ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ – ΑΠΑΤΗ - ΜΜΕ.
Ή ΑΠO ΤΟΝ ΙΠΠΟΔΡΟΜΟ ΤΗΣ NOVA ROMA
ΣΤΑ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ ΤΗΣ NOVA GRECIA
 
 
 
 

Ραδιόφωνο και τηλεόραση αποτελούν πλέον  τους μόνιμους συντρόφους του σύγχρονου αποξενωμένου ανθρώπινου όντος, έχουν εισέλθει ως μια αναγκαία συνήθεια και έχουν εγκαθιδρύσει το δικό τους έθος στην καθημερινότητα. Όλοι μπορούν πλέον να προστρέξουν στη φωνή των «αγίων» Μ.Μ.Ε. καθ΄ όλη τη διάρκεια της ημέρας, από τον οδηγό του αυτοκινήτου μέχρι τη νοικοκυρά, το δε απόγευμα η φωνή και η εικόνα του «γοητευτικού» παρουσιαστή καλεί τους ακροατές να συντονίσουν την τηλεόραση στο κανάλι του. Ραδιόφωνο, τηλεόραση και εφημερίδες αποτελούν τα κύρια «μέσα» εκπομπής επεξεργασμένων πληροφοριών, των οποίων ο απόηχος τουλάχιστο φτάνει σε κάθε σπίτι. Ακόμα κι όταν οι κάτοικοι της οικίας είναι απασχολημένοι κάπου αλλού, η τηλεόραση ή το ραδιόφωνο οφείλουν να είναι ανοικτά και ν΄ ακούγονται, οι πάντες θέλουν μια φωνή να τους μιλάει και να τους συντροφεύει.
 

Δεν είναι βεβαίως η ποιότητα του εκφερόμενου λόγου που καθιστά αναγκαία την ολοήμερη ανοικτή οθόνη. Το αντίθετο μάλιστα, η φωνή του παρουσιαστή που αναμασά, αν όχι τα ίδια κοινότυπα , τουλάχιστο το  ίδιο ανούσια, οι συνήθως βλακώδεις διάλογοι που ακούγονται στα λεγόμενα «σήριαλς», ή η ηλίθια θεματολογία που επιλέγεται από τους δημοσιογράφους και προβάλλεται ως.. «επικαιρότητα», πρέπει ν΄ ακούγονται μέχρι το τελευταίο αυτί, χωρίς να οδηγούν τους ακροατές σε σύνθετες λέξεις και σκέψεις. Κάθε άλλο μάλιστα, όλη αυτή η ηλιθιότητα γίνεται θέμα συζήτησης και σύνδεσης του κοινωνικού ιστού. Η τηλεόραση παραμένει ανοικτή διότι δεν ζητάει από τους τηλεθεατές κάποιου είδους συμμετοχή ή προβληματισμό, χωρίς τη φωνή της οθόνης το σπίτι μένει άδειο χαρτόκουτο και οι κάτοικοι του αδυνατούν λόγω φόβου, να μείνουν έρμαια της πιο βαριάς σιωπής.
 
 

Ν΄ αφήσουμε όμως τα άφωνα (με ή χωρίς τηλεόραση) σημερινά χαρτόκουτα και να πάμε να συναντήσουμε αρκετούς αιώνες πριν τη φιλοσοφική σχολή των Πυθαγορείων. Η μαθητεία στην Πυθαγόρειο Ατραπό της Ελληνικής Φιλοσοφίας ήταν και μακρά και επίπονος, ενώ συνοδευόταν από απαράβατους κανόνες στην καθημερινή άσκηση. Για να γίνει κάποιος μαθητής της σχολής, όφειλε να περάσει με επιτυχία την πρώτη δοκιμασία, δηλαδή να κατορθώσει να παραμείνει σιωπηλός για τρία χρόνια. Ο υποψήφιος μαθητής έδινε έναν «όρκο σιωπής», ο οποίος διασφάλιζε την τήρηση της δοκιμασίας. Τα τρία πρώτα χρόνια όφειλε μόνο ν΄ ακούει τις γνώμες και τα διδάγματα των άλλων, όχι τη δική του φωνή. Έπρεπε να παραμείνει σιωπηλός ακόμη και τις στιγμές που έμενε μόνος του.
 
 

Ποιός ήταν άραγε ο σκοπός μιας τόσο δύσκολης και επίπονης δοκιμασίας, και μάλιστα ως αρχική δοκιμασία των προσερχόμενων; Η εκτίμηση στη σιωπή υπήρχε και στον Ρωμαϊκό Πολυθεϊσμό, όπου η Θεά Angerona παρουσιάζεται με το στόμα φιμωμένο ή άλλοτε με το δάκτυλο στο στόμα να υποδεικνύει τη σιωπή. Δεν είναι τυχαίο ότι το αποκορύφωμα του εορτασμού της συνέπιπτε με το χειμερινό ηλιοστάσιο. Ο χειμώνας έχει το δικό του αντίκτυπο στην ιερατική σιωπή, καθώς η φύση αναπαύεται, οι νύκτες είναι μεγάλης διάρκειας και οι καιρικές συνθήκες κατάλληλες για παραμονή στην οικία, για μελέτη και συνεπώς για δυνάμωμα της σκέψης. Αντίστοιχη σύνδεση της σιωπής με το δυνάμωμα του εσωτερικού διαλόγου, αλλά και με τις ικανότητες της ενόρασης, και της άρρητης δύναμης που μπορεί ν΄ αποκτηθεί μόνο δια της σιωπής, συναντάται στον Ινδουισμό, και στη Βόρειο Παράδοση, όπου ο Θεός Vidharr, ο λεγόμενος «σιωπηλός», καταβάλλει τον λύκο Fenrir ο οποίος έχει καταπιεί τον Ήλιο.
 
 

Αυτό που φαίνεται από μια απλή εξέταση, είναι ότι ο πυθαγόρειος «όρκος σιωπής» αποτελούσε έναν πρώτο σταθμό επιλογής, για να διαλεχθούν οι πλέον κατάλληλοι ως μαθητές, και οι καταλληλότεροι ήταν εκείνοι που πραγματικά ήθελαν να λάβουν την πυθαγόρειο σοφία, ξεπερνώντας επιτυχώς όλες τις δοκιμασίες, και δεν οδηγήθηκαν μέχρι την εξώπορτα της σχολής ως τυχαία έρμαια. Ένα δεύτερο στοιχείο που μπορεί να ισχύει, είναι το ότι η τρίχρονη σιωπή έδινε «χώρο» και πεδίο στον εσωτερικό διάλογο του ατόμου ν΄ ασκηθεί. Άφηνε τη διάνοια να δυναμώσει μέσα σ΄ ένα τοπίο εσωτερικού διαλόγου, και βήμα - βήμα να γίνει κατάλληλη ώστε να μπορεί  να προσλάβει τις πιο λεπτοφυείς ιδέες. Οι ιδέες για τους Έλληνες είναι αποχρώσεις του Θείου και προέρχονται από τη σφαίρα των Θεών. Όσο περισσότερο εξασκείται κάποιος στην ευρεία αντίληψη του Κόσμου τόσο περισσότερο πλησιάζει αυτή τη σφαίρα.
 
 

Η ανθρώπινη Διάνοια είναι ο Λόγος του Δαίμονα Εαυτού, είναι ομοούσιο κομμάτι της συμπαντικής εκείνης, και καθιστά δυνατό και ακατάβλητο τον Δαίμονα Εαυτού. Όσο η ανθρώπινη πνευματική Διάνοια διαλογίζεται με τον Κόσμο των Θεών αποκομίζει θεία χαρακτηριστικά. Ποια σύγκριση, όσο επιεικής κι αν στεκόταν, θα μπορούσε να δώσει ελπίδες στον σημερινό «μέσο» νεοελληνικό λογισμό για την ελάχιστη έστω επαφή του με τον Κόσμο των Ελλήνων Θεών; Η σημερινή ανθρώπινη διάνοια τείνει στην πλήρη εκμηδένισή της, αν δεν έχει ήδη εκμηδενιστεί, καθώς τα ποσοστά των εκτρελλαθέντων αυξάνουν διαρκώς και όλοι κάνουν πως δεν τα βλέπουν. Ό,τι έχει απομείνει από την διάνοια, καταναλώνεται ως  πνευματική ενέργεια για την είσοδο του ατόμου στον ψευτο«παράδεισο» της υλικής ευδαιμονίας. Οι σχέσεις που δημιουργεί  γύρω της αυτή η διάνοια που τείνει στην αυτοεκμηδένισή της, εκπληρώνουν έναν και μοναδικό σκοπό: το πώς θα διασφαλισθεί μια θέση στη «δυνατότητα» (η οποία πλασάρεται ως δικαίωμα) του «καταναλώνειν». Η νόηση έχει καταστεί ένας παθητικός καταναλωτής «χρησίμων» πληροφοριών.
 
 

Ως διάμεσο της απόλυτης διαχείρισης των ανθρώπινων διανοιών, το Μέσον, είτε αυτό είναι τηλεόραση ή ραδιόφωνο, είτε περιοδικός τύπος, έχει εφεύρει και επεξεργαστεί άρτιες τεχνικές άμεσου ελέγχου των διανοιών. Όχι σαν κάποια σκοτεινή συνωμοσία στοχεύουσα στον έλεγχο του ανθρώπινου εγκεφάλου, αλλά σαν μια εγγενής «λογική» αυτού ακριβώς του συστήματος χειραγώγησης, για αυτοπροστασία και μακροημέρευση. Το Μέσον κατασκευάζει  μια πλαστή πραγματικότητα μέσω του θεάματος και την πουλά ως τη «μόνη και αληθινή».
 
 

Η διάθεση του Μέσου δεν σταματά, φυσικά, εδώ. Ο αντικειμενικός του σκοπός δεν είναι να προσφέρει «ενημέρωση», διασκέδαση, ή καταναλωτική προτροπή, ο σκοπός του είναι ν΄ αμβλύνει τις αντιστάσεις της κριτικής και συγκροτημένης σκέψης απέναντι στην «ενημέρωση» τη διασκέδαση, και την κατανάλωση που αυτό έχει επιλέξει να μας προσφέρει ή, καλύτερα, πωλήσει. Μια μετεγγραφή της γνωστής βιβλικής σημειολογίας με οικονομικούς όρους και συνθήκες, θα μπορούσε να περιγράψει με μεγάλη ακρίβεια το σημερινό οικονομικό μοντέλο. Όλα αυτά που έχουν προεπιλεγεί από το τυραννικό Μέσον ως «προϊόντα προς πώληση», συντελούν ουσιαστικά στην πραγμάτωση της υποτιθέμενης «υλικής ευδαιμονίας» (του.. «παραδείσου»), ενώ τα προεπιλεγμένα σημεία δημιουργούν μια υποτιθέμενη «ενότητα» (δημιουργού και δημιουργήματος), εκτός της οποίας δεν δικαιούται να υπάρχει απολύτως τίποτα, πλην των προκαθορισμών (των βιβλικών προσταγών). Εντός της ενότητας του υλικού κόσμου και της μεθόδου που οδηγεί σ΄ αυτόν, τον ρόλο του «κακού» (σατανά) καλείται να παίξει η ανεργία, η αδυναμία δηλαδή ενός εργασιακά ενεργού πληθυσμού να μετέχει της κατανάλωσης. Με διαφορετικά λόγια, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η Μονοθεϊστική Θρησκεία είναι η γεννησιουργός αιτία των δουλικών συμπεριφορών, ο «Πολιτισμός» της είναι αυτός που διαμορφώνει τους δούλους, ενώ η «Οικονομία» της τους διατηρεί. Αν λοιπόν κάποιος θέλει πραγματικά να ανατρέψει αυτή την δουλική συμπεριφορά οφείλει να πολεμήσει τη γεννησιουργό αιτία αυτής, και όχι το αποτέλεσμά της, που είναι το οικονομικό μοντέλο διατήρησης της δουλείας.
 
 

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΥΣΗΣ
 
 

Το Μέσον, για να καταφέρει να διαλύσει τη νοητική συγκρότηση χρησιμοποιεί επαναλαμβανόμενα μοτίβα παρουσιάσεων. Ένα από αυτά είναι το μοτίβο της σύγχυσης, το οποίο παρατηρείται στα δελτία ειδήσεων αλλά παρουσιάζεται καταλλήλως προσαρμοσμένο και στα άρθρα των εφημερίδων. Τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων ξεκινούν πρώτα, με τα λεγόμενα θέματα επικαιρότητος, τα οποία με τον τρόπο που παρουσιάζονται καθηλώνουν την προσοχή του ακροατή στη φωτεινή οθόνη της συσκευής. Όταν τα θέματα αυτά έχουν τελειώσει παρουσιάζονται θέματα λίγο - πολύ γνωστά, ανούσια, ουδέτερα κ.λ.π. Τα ουδέτερα αυτά θέματα δεν απαιτούν την προσοχή του θεατή, αφού ο τελευταίος έχει ήδη «ενημερωθεί» για την επικαιρότητα από τα προηγηθέντα θέματα. Η προσοχή είναι πλέον χαλαρή όταν ο παρουσιαστής ξεκινά να περιγράφει τα επόμενα θέματα, αρχίζοντας από το Α΄ θέμα μετά το Β΄ θέμα και τελειώνοντας με την περιγραφή του Γ΄ θέματος. Οι λογικά σκεπτόμενοι θα περιμένανε μια αντίστοιχη εικονική παρουσίαση με τη σειρά των θεμάτων όπως περιγράφηκε λίγο πριν. Αντί όμως να παρουσιαστούν τα θέματα με τη ίδια σειρά που περιγράφηκαν, ως πρώτη εικόνα παρουσιάζεται αυτή που αφορά το θέμα Β΄, ύστερα παρουσιάζεται αυτή που αφορά το θέμα Α' και, τέλος, η εικόνα που αντιστοιχεί στο Γ΄ θέμα. Αυτός ο αναντίστοιχος τρόπος σύνδεσης λεκτικών περιγραφών και εικονικών παρουσιάσεων έχει ως σκοπό, τον οποίο μάλιστα εύκολα καταφέρνει, να καταστρέψει της δομή της σκέψεως του θεατή (ή αναγνώστη).
 
 

Η διάνοια δουλεύει με μια ορισμένη δομή, κάνει αναγωγές, χρησιμοποιεί τη μετάθεση της σκέψης σε πολλαπλά επίπεδα, και καταφέρνει νοητικές επαγωγές, θέτει δεδομένα και περιμένει, κατόπιν επεξεργασίας πάντοτε, λογικά συμπεράσματα. Η διάνοια, όταν σκέπτεται ορθά, δηλαδή λογικά, δουλεύει με την ακρίβεια του μαθηματικού τρόπου. Όταν όμως, αντιθέτως, βομβαρδίζεται καθημερινά με μοτίβα που αποσυντονίζουν τον τρόπο που αυτή από φύσεως εργάζεται, τότε τίθεται σε αδράνεια και αχρηστεύεται η δομή της. Αργά αλλά σταθερά παύει να δουλεύει με τον μαθηματικό τρόπο που την συνδέει με την συμπαντική λογική, παύει δηλαδή να εργάζεται ορθά, και είτε παρεκτρέπεται σε άλογες διαδικασίες σκέψης (η θρησκευτική δεισιδαιμονία είναι μια από αυτές) είτε παραιτείται και καταστρέφεται. Όταν η αλληλουχία θεματικών ενοτήτων ήχου και εικόνας, λεκτικών εννοιών και εικόνων,  είναι μπερδεμένη και ομιχλώδης οδηγεί την διάνοια στη σύγχυση.. Το δύσκολο, το ακανθώδες και το δύσβατο το οποίο απαιτείται για την σύνθετη και κριτική σκέψη, εγκαταλείπεται χάριν της ευκολίας της έτοιμης εικόνας της ασαφούς σύγχυσης. Συνέπεια όλων αυτών είναι να αντικατασταθεί το νοητικό από το αισθητικό, το οποίο τρέφεται κατά κανόνα με εικόνες, τις οποίες κάποιοι άλλοι έχουν ωστόσο πολύ εντέχνως κατασκευάσει. Είναι πλέον η σειρά του επόμενου μοτίβου να αρχίσει να δρα. Πρόκειται για εκείνο της πώλησης της συγκρότησης.
 
 

Η ΠΩΛΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ
 

Για να πωληθεί ένα προϊόν, είτε αυτό είναι απορρυπαντικό, είτε ασφαλιστική κάλυψη, είτε.. θρησκευτική σωτηρολογία, απαιτείται η δημιουργία μιας πλαστής ανάγκης η οποία θα καθιστά το προϊόν αυτό «ωφέλιμο», «αναγκαίο» ή «σωτήριο». Η ψεύτικη αυτή ανάγκη, οφείλει συνεπώς να διαμορφώνεται σε μία «απειλητική» για την καθαριότητά μας, την ασφάλειά μας ή την θρησκεία μας, πραγματικότητα. Με τις επιλογές ήδη προεπιλεγμένες, το Μέσον έχει φροντίσει να προβάλλει ως τάχα υπαρκτό περιβάλλον το αντίθετο από εκείνο που υπόσχονται τα προϊόντα που θέλει να πουλήσει. Η πλήρως κατεστραμμένη από τη σύγχυση διάνοια, βρίσκει τον λόγο που θα αναιρέσει την καταστροφή της, όχι στην απελευθέρωση και ενθάρρυνση του λόγου του Δαίμονα Εαυτού, αλλά στην κατανάλωση των προϊόντων που προβάλλονται ως «συγκροτημένα». Το απορρυπαντικό το οποίο είναι σε ταμπλέτες (έχει δηλαδή προκαθορισμένη δόση), το ασφαλιστικό πακέτο που ταιριάζει στα μέτρα σου (έχει προετοιμαστεί για τον δικό σου τύπο ανθρώπου), ο κυριακάτικος εκκλησιασμός (που παρέχει τον δρόμο προς την.. «σωτηρία της ψυχής»), είναι προκαθορισμένα έτσι ώστε ν΄ αντισταθμίζουν την εντέχνως προκληθείσα σύγχυση. Το Μέσον προκαλεί ανασφάλεια για να διοχετεύει αστυνόμευση, διογκώνει σε «θρησκευτική παρεκτροπή» την εγκληματική συμπεριφορά για να πουλά θρησκευτική σωτηρολογία, προκαλεί  πραγματική σύγχυση για να πουλά σαθρή συγκρότηση.
 
 

ΤΟ ΜΕΣΟΝ ΑΠΑΝΤΑ ΣΤΑ ΔΙΚΑ ΣΟΥ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΤΡΟΠΟ
 
 

Ο αρθρωτός τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται ένα γεγονός, επιτρέπει στο μέσον να προκαταβάλλει τις τυχόν ερωτήσεις που θα δημιουργηθούν στους ακροατές (ή αναγνώστες). Όταν η τηλεόραση δείχνει οπαδούς διαφόρων ομάδων να σπάνε και να καταστρέφουν, ή να παίζουν πετροπόλεμο με την αστυνομία, και αμέσως μετά δείχνει δηλώσεις που καταδικάζουν αυτά τα γεγονότα, δίνει χρόνο στον ακροατή ν΄ αγανακτήσει και ν΄ απορεί με την απάθεια του κράτους μπροστά στις καταστροφές: «μα γιατί δεν τους πιάνουν;» Αφού λοιπόν το ερώτημα έχει ήδη τεθεί από τους ακροατές, οι δηλώσεις σταματούν και στην οθόνη επανέρχονται οι εικόνες καταστροφής. Μόνο τότε αναφέρεται ότι έγιναν και 10 - 20 συλλήψεις και δείχνονται και τα αντίστοιχα πλάνα προς επιβεβαίωση των λεγομένων. Η μέθοδος που ακολουθεί το Μέσον είναι η ακόλουθη: Πρώτα παρουσιάζει εικόνες καταστροφής ώστε να οδηγεί τους ακροατές στην αγανάκτηση, έπειτα τους δίνει χρόνο να διατυπώσουν το ερώτημα που μέμφεται την απουσία της προστασίας και τέλος έρχεται ν΄ απαντήσει σε μια ερώτηση που το ίδιο έχει δημιουργήσει, δίνοντας όμως τελικά τη δική του απάντηση. Αυτή η μέθοδος δεν εφαρμόζεται αποκλειστικά στην αναφερόμενη εδώ στενή περίπτωση, αλλά βρίσκει εφαρμογή σε οποιοδήποτε θέμα χρειάζεται τη συναίνεση του ακροατή. Με αυτόν τον τρόπο, το Μέσον οδηγεί την υπόδουλη συνείδηση κυριολεκτικά στο να κοιμάται ήσυχη. Με την συνεχή εφαρμογή αυτού του μοτίβου το Μέσον οδηγεί τον ακροατή στην πλήρη παραίτηση, σε κάποιο σημείο και εφόσον οι ανησυχίες έχουν καμφθεί, η νόηση σταματά να θέτει ερωτήματα, και στη μη συμμετοχή, («εφόσον υπάρχει κάποιος ειδικός περιττεύει η δική μου συμμετοχή»). Η απουσία συμμετοχής απλώνεται και επεκτείνεται σε όλες τις σφαίρες του δημόσιου βίου, δημιουργώντας έτσι μια μάζα περιφερόμενης απάθειας που πνίγει, λόγω του όγκου της, την όποια προσπάθεια για συμμετοχή στην διαμόρφωση της ατομικής, κοινωνικής και πολιτκής καθημερινότητας.
 
 

Εχθρός του Μέσου και των ελεγχόντων τους νόες δεν είναι κάποια συγκεκριμένη ιδεολογία ή πολιτική θέση. Αν το Μέσον παρουσίαζε συγκροτημένα την όποια ιδεολογία  πιστεύει, αυτόματα θα δημιουργούσε στην διάνοια μια, αντανακλαστική ίσως, αντίρροπη τάση σκέψης εξίσου συγκροτημένη, για να κρίνει να αποδεχθεί ή να απορρίψει την παρουσιαζόμενη ιδεολογία. Και στις δύο περιπτώσεις, τόσο σε εκείνη της αποδοχής όσο και σε εκείνη της απόρριψης, το Μέσον θα είχε ηττηθεί. Εχθρός του Μέσου είναι η συγκρότηση της διάνοιας αυτή καθεαυτή, και όχι κάποια χ ή ψ ιδεολογία. Το Μέσον θέλει να καταστρέψει το μυαλό, θέλει να καταργήσει την δομική λειτουργία της Λογικής. Θέλει να  λειτουργεί παρά φύσιν η λογική, λαμβάνοντας ερεθίσματα μόνον από το αισθητικό και μέσω αυτού να ενεργεί. Το Μέσον θέλει ν΄ αποφασίζει το ένστικτο και όχι ο Ορθός Λόγος για αυτό αείποτε θα καλλιεργεί και θα διαφημίζει το θυμοειδές και τον υπερσυναισθηματισμό.
 
 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΑΤΥΠΩΣΗ ΤΟΥ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΣ ΣΤΙΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΕΣ
 
 

Με αφορμή το γνωστό «θέμα των ταυτοτήτων», γίναμε μάρτυρες ενός ακόμα καταιγισμού παραλογισμού, χριστιανορθοδόξου προελεύσεως αυτή την φορά. Τα όσα ακούστηκαν είναι λίγο-πολύ γνωστά. Το παρασιτικό ρασοφοριάτο ενδύθηκε το μανδύα του «δημοκράτη» και ζήτησε.. «δημοψήφισμα» για το θέμα, ενώ η περιστασιακά αντίθετη άποψη, για τους ίδιους ακριβώς «δημοκρατικούς» λόγους, εκ συμπτώσεως πολύ ορθά (γιατί είμαστε δύσπιστοι απέναντι στο αν όντως προτίθεται να αρνηθεί τα χάδια της στη μισαλλοδοξία των κατακτητών αυτής της χώρας), έκρινε ότι το θρήσκευμα δεν αποτελεί διακριτό χαρακτηριστικό αναγνώρισης των πολιτών και δεν οφείλει να γνωστοποιείται διότι αποτελεί «προσωπικό δεδομένο». Οι λόγοι άλλωστε που οδήγησαν στο να καθιερωθεί η αναγραφή του θρησκεύματος, αφορούσαν, κατά την δεκαετία του 30, την αγωνία ενός κράτους να προσδώσει ενός είδους ομοιογένειας στους υπηκόους του, για να τους συνέχει αυτή η ομοιογένεια στην, ούτως ή άλλως διάτρητη έννοια του εθνοκράτους. Όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα στο κράτος του Ισραήλ, όπου η αναγραφή του θρησκεύματος είναι, φυσικά, υποχρεωτική (αυτό το τελευταίο ας το αναλογισθούν αυτοί οι οποίοι συνέδεσαν το ζήτημα των ταυτοτήτων με διακρίσεις κατά των ελληνόφωνων Εβραίων).
 

Ωστόσο, το ζήτημα των σχέσεων μεταξύ ελευθερίας και προσωπικών δεδομένων δεν σταματά στο θέμα τη μη αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Σε μια κοινωνία κρυψίνοιας και ψιθυριστών, όπως είναι η ρωμαίϊκη νεοελληνική, όπου κυρίαρχος σύμβουλος αποφάσεων είναι ο βυζαντινισμός, η παράνοια και η ίντριγκα, η ΟΠΟΙΑ δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων συνεπάγεται τον δημόσιο θάνατο του ατομικού στοιχείου. Σε μια άρρωστη κοινωνία, της όποίας ο μεγαλύτερος φόβος των μελών της είναι ο θάνατος, κανείς δεν θέλει ν΄ αποκαλυφθεί, κανείς δεν θέλει να «πεθάνει» από την δημοσιοποίηση των οποιονδήποτε προσωπικών του στοιχείων. Ο φόβος του θανάτου ασφαλίζεται από την ανωνυμία των προσωπικών δεδομένων. Αυτήν ακριβώς την ανωνυμία, λόγω κρυψίνοιας, φόβου και μικροψυχίας, και όχι την «λόγω σεβασμού της προσωπικής αξιοπρέπειας», έρχεται να προστατέψει το επίσημο νεοελληνικό κράτος. Σε μια λειτουργία αυτοεπιβεβαίωσής του, ως μηχανισμού σκληρής αυταρχίας αλλά και οργανωμένης ανοργανωσιάς ο οποίος μέχρι σήμερα μοιράζονταν αδιαμαρτύρητα τον θρόνο του με το καρκίνωμα της λεγομένης «Ορθοδοξίας». Αυτός ο ανταγωνισμός περί οριοθετήσεως των αυταρχικών εξουσιών μεταξύ κράτους και Εκκλησίας οδήγησε λοιπόν την φασιστική Εκκλησία (αν η «Ορθοδοξία» δεν τυγχάνει τέτοια, ας μας γνωστοποιήσει εγγράφως ποιά είναι η θέση της για την ΠΛΗΡΗ ισονομία των ετεροδόξων αλλά, κυρίως, και για τους Εθνικούς στο θρήσκευμα, ώστε μετά χαράς μας να αποσύρουμε το επίθετο), να προτείνει.. «δημοψήφισμα» επικαλούμενη με θρασύτητα την.. συμμετοχική αρχή της Δημοκρατίας.
 
 

Όπως ειπώθηκε λίγο παραπάνω, η διάνοια τείνει να εκμηδενιστεί, αν αυτό δεν έχει κιόλας συμβεί, και μαζί με αυτήν και η φυσική λογικότητα του ανθρώπου ως βιολογικό είδος. Οι αποφάσεις πλέον λαμβάνονται από το άλογο (έως κτηνώδες) θυμικό, το οποίο ενεργοποιείται αποκλειστικά μέσω του αισθητικού και της «εικονικής τροφής» που αυτό λαμβάνει. Σε ένα θέμα λοιπόν το οποίο άπτεται της μονοθεϊστικής Θρησκείας (της κατεξοχήν αλόγου δεισιδαιμονίας), η.. «διενέργεια δημοψηφίσματος» θα επέτρεπε στην αμορφωσιά συνδυασμένη με τα πιο χαμηλά ένστικτα (του μίσους για το διαφορετικό, δηλαδή της μισαλλοδοξίας) και την χαμέρπεια, να αποφασίζουν σήμερα για το θρήσκευμα όλων των υπολοίπων, αύριο για το αν θα ξανακαούν οι «αιρετικοί» στις πλατείες μαζί με τα βιβλία τους και ούτω καθεξής. Συνεπώς, το άλογο θυμικό ή το παράλογο, ανιστόρητο και δεισιδαιμονικό στοιχείο που τόσο μανιωδώς προβάλλει η λεγόμενη «Ορθοδοξία», δεν μπορούν να είναι, και δεν είναι, σύμφυτα με τη Δημοκρατία (ούτε με την αυθεντική, ούτε με την αντιπροσωπευτική νύν ατυχή απομίμησή της), αλλά την καταργούν ως απόλυτα αντίθετά της. Η Δημοκρατία άλλωστε οφείλει στο εξής να αυτοπροστατεύεται από τις απόπειρες των διαφόρων φασιστών να την ιδιοποιούνται. Απαιτείται ένας επαναπροσδιορισμός της με βάση την αυθεντική προχριστιανική της διάσταση, πάνω δηλαδή σε μια θέσμιση πλήρους αυτοκυβέρνησης που δεν θα εξισώνει τους πάντες και τα πάντα προς τα κάτω και θα στηρίζεται μόνον σε στοιχεία που την εξυψώνουν σε ευρεία Παιδεία των πολιτών της: Λογικότητα, Γνώση, Ανοχή, κριτική σκέψη τεκμηρίωση και πρόβλεψη. Μόνον τότε ένα «δημοψήφισμα»  το οποίο θα μας καλούσε να δώσουμε μια απάντηση στο ερώτημα λ.χ. «θα πρέπει οι παπάδες να μισθοδοτούνται από όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες ή μόνον από τους ενεργά χριστιανούς;» ή «θα πρέπει να διαμοιραστεί η εκκλησιαστική περιουσία;», θα είχε όντως λογική, άρα δημοκρατική, υπόσταση. Ένα τέτοιο δημοψήφισμα θα είχε όντως πολύ μεγάλο ενδιαφέρον.
 
 

ΚΩΣΤΑΣ ΚΕΧΑΓΙΑΣ